Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναυκραρία
ναυκράρια
ναυκραρικός
ναύκραρος
ναυκρατέω
ναυκράτης
ναυκρατής
ναυκρατητικός
ναυκρατία
Ναύκρατις
ναυκράτωρ
ναυλοδόκος
ναῦλος
ναυλοχέω
ναυλοχία
ναύλοχος
ναυλόω
ναυλώσιμος
ναυλωτικός
ναυμαχέω
ναυμαχησείω
View word page
ναυκράτωρ
the master of a ship

ShortDef

the master of a ship

Debugging

Headword:
ναυκράτωρ
Headword (normalized):
ναυκράτωρ
Headword (normalized/stripped):
ναυκρατωρ
IDX:
58751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58752
Key:

Data

{'content': 'the master of a ship'}