Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναυκλήρημα
ναυκληρία
ναυκληρικός
ναυκλήριον
ναυκληροκυβερνήτης
ναυκληρομάχιμος
ναύκληρος
ναυκληρώσιμος
ναυκραρία
ναυκράρια
ναυκραρικός
ναύκραρος
ναυκρατέω
ναυκράτης
ναυκρατής
ναυκρατητικός
ναυκρατία
Ναύκρατις
ναυκράτωρ
ναυλοδόκος
ναῦλος
View word page
ναυκραρικός
of or for a ναύκραρος or ναυκραρία

ShortDef

of or for a ναύκραρος or ναυκραρία

Debugging

Headword:
ναυκραρικός
Headword (normalized):
ναυκραρικός
Headword (normalized/stripped):
ναυκραρικος
IDX:
58743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58744
Key:

Data

{'content': 'of or for a ναύκραρος or ναυκραρία'}