Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναστοκόπος
ναστός
ναστότης
ναστοφαγέω
ναστοφάγος
νάτωρ
ναυαγέω
ναυαγία
ναυάγιον
ναυαγός
ναυαρχέω
ναυαρχία
ναυαρχίς
ναύαρχος
ναυβαρέω
ναυβατέω
ναυβάτης
ναύβιον
ναύδετον
Ναυκλείδης
ναυκληρέω
View word page
ναυαρχέω
to command a fleet

ShortDef

to command a fleet

Debugging

Headword:
ναυαρχέω
Headword (normalized):
ναυαρχέω
Headword (normalized/stripped):
ναυαρχεω
IDX:
58722
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58723
Key:

Data

{'content': 'to command a fleet'}