Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναρκώδης
νάρκωσις
ναρκωτικός
ναρός
Νασίδιος
Νασικᾶς
νασιώτας
νασμός
νᾶσος
νάσσω
ναστήρ
Νάστης
ναστοκόπος
ναστός
ναστότης
ναστοφαγέω
ναστοφάγος
νάτωρ
ναυαγέω
ναυαγία
ναυάγιον
View word page
ναστήρ
inhabitant

ShortDef

inhabitant

Debugging

Headword:
ναστήρ
Headword (normalized):
ναστήρ
Headword (normalized/stripped):
ναστηρ
IDX:
58710
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58711
Key:

Data

{'content': 'inhabitant'}