Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νάρκισσος
ναρκόω
ναρκώδης
νάρκωσις
ναρκωτικός
ναρός
Νασίδιος
Νασικᾶς
νασιώτας
νασμός
νᾶσος
νάσσω
ναστήρ
Νάστης
ναστοκόπος
ναστός
ναστότης
ναστοφαγέω
ναστοφάγος
νάτωρ
ναυαγέω
View word page
νᾶσος
island

ShortDef

island

Debugging

Headword:
νᾶσος
Headword (normalized):
νᾶσος
Headword (normalized/stripped):
νασος
IDX:
58708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58709
Key:

Data

{'content': 'island'}