Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναρθηκοφανής
ναρθηκοφόρος
ναρθηκώδης
νάρθηξ
νάρκαφθον
ναρκάω
νάρκη
νάρκησις
ναρκίσσινος
ναρκισσίτης
νάρκισσος
ναρκόω
ναρκώδης
νάρκωσις
ναρκωτικός
ναρός
Νασίδιος
Νασικᾶς
νασιώτας
νασμός
νᾶσος
View word page
νάρκισσος
the narcissus

ShortDef

the narcissus

Debugging

Headword:
νάρκισσος
Headword (normalized):
νάρκισσος
Headword (normalized/stripped):
ναρκισσος
IDX:
58698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58699
Key:

Data

{'content': 'the narcissus'}