Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ναματώδης
ναμερτής
ναννάριον
νανναριστής
νάννας
νᾶνος
νανοφυής
νανώδης
Νάξιος
Ναξιουργής
Ναξόθεν
Νάξος
ναξος
ναοδόμος
ναοειδής
ναοπόλος
ναός
ναουργός
ναοφύλαξ
ναόω
νάπα
View word page
Ναξόθεν
from Naxos
ShortDef
from Naxos
Debugging
Headword:
Ναξόθεν
Headword (normalized):
ναξόθεν
Headword (normalized/stripped):
ναξοθεν
IDX:
58658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58659
Key:
Data
{'content': 'from Naxos'}