Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

νακοτίλτης
νακότιλτος
νακτός
νᾶμα
ναμασιπήξ
ναματιαῖος
ναματώδης
ναμερτής
ναννάριον
νανναριστής
νάννας
νᾶνος
νανοφυής
νανώδης
Νάξιος
Ναξιουργής
Ναξόθεν
Νάξος
ναξος
ναοδόμος
ναοειδής
View word page
νάννας
maternal

ShortDef

maternal

Debugging

Headword:
νάννας
Headword (normalized):
νάννας
Headword (normalized/stripped):
ναννας
IDX:
58652
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58653
Key:

Data

{'content': 'maternal'}