Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνακογχυλιάζω
ἀνακογχυλιασμός
ἀνακογχύλισμα
ἀνακοιλιασμός
ἀνακοινόω
ἀνακοίνωσις
ἀνακοιρανέω
ἀνακοιτάζομαι
ἀνακολλάω
ἀνακόλλημα
ἀνακόλλησις
ἀνακολλητικός
ἀνακολουθία
ἀνακόλουθος
ἀνακολπάζω
ἀνακολπόω
ἀνακολυμβάω
ἀνακομάω
ἀνακομβόομαι
ἀνακομιδή
ἀνακομίζω
View word page
ἀνακόλλησις
sticking up
ShortDef
sticking up
Debugging
Headword:
ἀνακόλλησις
Headword (normalized):
ἀνακόλλησις
Headword (normalized/stripped):
ανακολλησις
IDX:
5864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5865
Key:
Data
{'content': 'sticking up'}