Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ναικισσορεύω
ναϊκός
Ναΐν
νάϊος
νάϊος2
ναΐσκιον
ναΐσκος
ναίχι
ναίω
νάκη
νακοδέψης
νακοκλέψ
νάκος
νακοτιλτέω
νακοτίλτης
νακότιλτος
νακτός
νᾶμα
ναμασιπήξ
ναματιαῖος
ναματώδης
View word page
νακοδέψης
currier

ShortDef

currier

Debugging

Headword:
νακοδέψης
Headword (normalized):
νακοδέψης
Headword (normalized/stripped):
νακοδεψης
IDX:
58638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58639
Key:

Data

{'content': 'currier'}