Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
νάβλα
ναβλιστής
ναβοῦς
Ναβουχοδονόσορος
ναγεύς
νάγμα
ναέτης
ναεύω
Ναζαρέθ
ναηλεῖς
Νάθας
ναί
Ναϊακός
Ναΐαρχος
Ναϊάς
ναιδαμῶς
ναΐδιον
ναιετάω
ναικισήρης
ναικισσορεύω
ναϊκός
View word page
Νάθας
Nathan
ShortDef
Nathan
Debugging
Headword:
Νάθας
Headword (normalized):
νάθας
Headword (normalized/stripped):
ναθας
IDX:
58619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58620
Key:
Data
{'content': 'Nathan'}