Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μωροκλέπτης
μωρολογέω
μωρολόγημα
μωρολογία
μωρολόγος
μωρονοέω
μωρόομαι
μωροποιέω
μωροποιός
μωροπόνηρος
μωρός
μωρόσοφος
μωρόφρων
μώρωσις
μῶσις
Μωυσῆς
νʹ
Ναάμις
Νάβαλος
νάβλα
ναβλιστής
View word page
μωρός
dull, sluggish, stupid

ShortDef

dull, sluggish, stupid

Debugging

Headword:
μωρός
Headword (normalized):
μωρός
Headword (normalized/stripped):
μωρος
IDX:
58600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58601
Key:

Data

{'content': 'dull, sluggish, stupid'}