Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μώλυζα
μῶλυς
μώλυσις
μωλυτής
μωλυτός
μωλύω
μωλωπίζω
μωλωπικός
μώλωψ
μῶμαι
μωμάομαι
μωμηλός
μώμημα
μώμησις
μωμητέον
μωμητής
μωμητικός
μωμητός
μώμιμος
μῶμος
μωμοσκόπος
View word page
μωμάομαι
to find, fault with, blame

ShortDef

to find, fault with, blame

Debugging

Headword:
μωμάομαι
Headword (normalized):
μωμάομαι
Headword (normalized/stripped):
μωμαομαι
IDX:
58572
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58573
Key:

Data

{'content': 'to find, fault with, blame'}