Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνακλονέω
ἀνακλύζω
ἀνακλώθω
ἀνακμάζω
ἀνακναδάλλω
ἀνακνάπτω
ἀνακνάω
ἀνακνισόω
ἀνακογχυλιάζω
ἀνακογχυλιασμός
ἀνακογχύλισμα
ἀνακοιλιασμός
ἀνακοινόω
ἀνακοίνωσις
ἀνακοιρανέω
ἀνακοιτάζομαι
ἀνακολλάω
ἀνακόλλημα
ἀνακόλλησις
ἀνακολλητικός
ἀνακολουθία
View word page
ἀνακογχύλισμα
gargle
ShortDef
gargle
Debugging
Headword:
ἀνακογχύλισμα
Headword (normalized):
ἀνακογχύλισμα
Headword (normalized/stripped):
ανακογχυλισμα
IDX:
5856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5857
Key:
Data
{'content': 'gargle'}