Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μώδα
μώϊον
μωκάομαι
μώκημα
μωκίζω
μωκός
μῶκος
μῶλαξ
μωλέω
μῶλος
μῶλυ
μώλυζα
μῶλυς
μώλυσις
μωλυτής
μωλυτός
μωλύω
μωλωπίζω
μωλωπικός
μώλωψ
μῶμαι
View word page
μῶλυ
moly, mandrake
ShortDef
moly, mandrake
Debugging
Headword:
μῶλυ
Headword (normalized):
μῶλυ
Headword (normalized/stripped):
μωλυ
IDX:
58561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58562
Key:
Data
{'content': 'moly, mandrake'}