Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυχόομαι
μυχόπεδον
μυχορήμων
μυχός
μύχουρος
μυχώδης
μύω
μυώδης
μυών
μυωνιά
μυωξία
μυωξός
μυωπάζω
μυωπίας
μυωπίασις
μυωπίζω
μυωπός
μυωτόν
μυωτός
μυωτός2
μύωψ
View word page
μυωξία
mouse-hole

ShortDef

mouse-hole

Debugging

Headword:
μυωξία
Headword (normalized):
μυωξία
Headword (normalized/stripped):
μυωξια
IDX:
58538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58539
Key:

Data

{'content': 'mouse-hole'}