Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυχθίζω
μυχθισμός
μυχθώδης
μύχιος
μυχλός
μυχμός
μυχόθεν
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχόνοος
μυχόομαι
μυχόπεδον
μυχορήμων
μυχός
μύχουρος
μυχώδης
μύω
μυώδης
μυών
μυωνιά
μυωξία
View word page
μυχόομαι
to be concealed in a nook

ShortDef

to be concealed in a nook

Debugging

Headword:
μυχόομαι
Headword (normalized):
μυχόομαι
Headword (normalized/stripped):
μυχοομαι
IDX:
58528
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58529
Key:

Data

{'content': 'to be concealed in a nook'}