Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυττός
μυττωτεύω
μυττωτός
μυχθίζω
μυχθισμός
μυχθώδης
μύχιος
μυχλός
μυχμός
μυχόθεν
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχόνοος
μυχόομαι
μυχόπεδον
μυχορήμων
μυχός
μύχουρος
μυχώδης
μύω
μυώδης
View word page
μυχοίτατος
in the farthest corner

ShortDef

in the farthest corner

Debugging

Headword:
μυχοίτατος
Headword (normalized):
μυχοίτατος
Headword (normalized/stripped):
μυχοιτατος
IDX:
58525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58526
Key:

Data

{'content': 'in the farthest corner'}