Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μύσων
μυτακισμός
Μυτιληναῖος
Μυτιλήνη
μύτις
μύττακες
μυττός
μυττωτεύω
μυττωτός
μυχθίζω
μυχθισμός
μυχθώδης
μύχιος
μυχλός
μυχμός
μυχόθεν
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχόνοος
μυχόομαι
μυχόπεδον
View word page
μυχθισμός
a snorting, moaning

ShortDef

a snorting, moaning

Debugging

Headword:
μυχθισμός
Headword (normalized):
μυχθισμός
Headword (normalized/stripped):
μυχθισμος
IDX:
58519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58520
Key:

Data

{'content': 'a snorting, moaning'}