Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μυστήριον
μυστηριώδης
μυστηριωδία
μυστηριῶτις
μύστης
μυστικός
μυστιλάομαι
μυστίλη
μυστιπόλευτος
μυστιπολεύω
μυστιπόλος
μύστις
μυστογράφος
μυστοδόκος
μυστρίον
μυστριοπώλης
μυστροθήκη
μύστρον
μύστρος
μυσφόνον
μυσώδης
View word page
μυστιπόλος
solemnising mysteries, performing mystic rites
ShortDef
solemnising mysteries, performing mystic rites
Debugging
Headword:
μυστιπόλος
Headword (normalized):
μυστιπόλος
Headword (normalized/stripped):
μυστιπολος
IDX:
58498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58499
Key:
Data
{'content': 'solemnising mysteries, performing mystic rites'}