Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυστηλασία
μυστηριάζω
μυστηριασμός
μυστηρικός
μυστήριον
μυστηριώδης
μυστηριωδία
μυστηριῶτις
μύστης
μυστικός
μυστιλάομαι
μυστίλη
μυστιπόλευτος
μυστιπολεύω
μυστιπόλος
μύστις
μυστογράφος
μυστοδόκος
μυστρίον
μυστριοπώλης
μυστροθήκη
View word page
μυστιλάομαι
to sop bread in soup

ShortDef

to sop bread in soup

Debugging

Headword:
μυστιλάομαι
Headword (normalized):
μυστιλάομαι
Headword (normalized/stripped):
μυστιλαομαι
IDX:
58494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58495
Key:

Data

{'content': 'to sop bread in soup'}