Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυστάρχης
μυστηλασία
μυστηριάζω
μυστηριασμός
μυστηρικός
μυστήριον
μυστηριώδης
μυστηριωδία
μυστηριῶτις
μύστης
μυστικός
μυστιλάομαι
μυστίλη
μυστιπόλευτος
μυστιπολεύω
μυστιπόλος
μύστις
μυστογράφος
μυστοδόκος
μυστρίον
μυστριοπώλης
View word page
μυστικός
mystic, connected with the mysteries

ShortDef

mystic, connected with the mysteries

Debugging

Headword:
μυστικός
Headword (normalized):
μυστικός
Headword (normalized/stripped):
μυστικος
IDX:
58493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58494
Key:

Data

{'content': 'mystic, connected with the mysteries'}