Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνακλητήρια
ἀνακλητικός
ἀνάκλητος
ἀνάκλιθρον
ἀνάκλιμα
ἀνακλιντήρ
ἀνακλιντήριον
ἀνακλίνω
ἀνάκλισις
ἀνακλισμός
ἀνάκλιτος
ἀνακλονέω
ἀνακλύζω
ἀνακλώθω
ἀνακμάζω
ἀνακναδάλλω
ἀνακνάπτω
ἀνακνάω
ἀνακνισόω
ἀνακογχυλιάζω
ἀνακογχυλιασμός
View word page
ἀνάκλιτος
leaning back
ShortDef
leaning back
Debugging
Headword:
ἀνάκλιτος
Headword (normalized):
ἀνάκλιτος
Headword (normalized/stripped):
ανακλιτος
IDX:
5845
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5846
Key:
Data
{'content': 'leaning back'}