Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυρτομιγής
μύρτον
μυρτοπώλης
μύρτος
μυρτόσπληνον
μύρτων
μυρτωτή
μύρω
μυρώδης
μύρωμα
Μύρων
Μυρωνίδης
μῦς
μυσακτέον
μυσαρία
μυσαρός
μυσάρχης
μυσαρωπός
μυσάττομαι
μυσαχνός
μυσημίεκτον
View word page
Μύρων
Myron

ShortDef

Myron

Debugging

Headword:
Μύρων
Headword (normalized):
μύρων
Headword (normalized/stripped):
μυρων
IDX:
58454
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58455
Key:

Data

{'content': 'Myron'}