Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μυρσεών
Μυρσίλος
μυρσίνα
μυρσινᾶτον
μυρσινέλαιον
μυρσίνη
μυρσίνινος
μυρσινίτης
μυρσινοειδής
Μύρσινος
μύρσινος
μυρσινών
μύρσος
Μύρσος
μυρτάς
μυρτεών
μύρτη
μυρτίδανον
Μυρτίλος
μυρτίνη
μύρτινος
View word page
μύρσινος
of myrtle
ShortDef
Myrsinus, Myrtuntium
of myrtle
Debugging
Headword:
μύρσινος
Headword (normalized):
μύρσινος
Headword (normalized/stripped):
μυρσινος
IDX:
58433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58434
Key:
Data
{'content': 'of myrtle'}