Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυρόπνοος
μυροποιητής
μυροπόλος
μυροπωλέω
μυροπώλης
μυροπωλικός
μυροπώλιον
μυρόπωλις
μυρόρραντος
μῦρος
μυροσταγής
μυροστάφυλον
μυροφεγγής
μυροφόρος
μυρόχριστος
μυρόχροος
μυρρινάω
Μυρρινοῦς
Μυρρινούσιος
μυρρίς
μυρρίτης
View word page
μυροσταγής
dripping with unguent

ShortDef

dripping with unguent

Debugging

Headword:
μυροσταγής
Headword (normalized):
μυροσταγής
Headword (normalized/stripped):
μυροσταγης
IDX:
58412
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58413
Key:

Data

{'content': 'dripping with unguent'}