Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μυροπισσόκηρος
μυρόπνοος
μυροποιητής
μυροπόλος
μυροπωλέω
μυροπώλης
μυροπωλικός
μυροπώλιον
μυρόπωλις
μυρόρραντος
μῦρος
μυροσταγής
μυροστάφυλον
μυροφεγγής
μυροφόρος
μυρόχριστος
μυρόχροος
μυρρινάω
Μυρρινοῦς
Μυρρινούσιος
μυρρίς
View word page
μῦρος
a kind of sea-eel
ShortDef
a kind of sea-eel
Debugging
Headword:
μῦρος
Headword (normalized):
μῦρος
Headword (normalized/stripped):
μυρος
IDX:
58411
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58412
Key:
Data
{'content': 'a kind of sea-eel'}