Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μυρμηκώεις
μύρμηξ
Μυρμιδόνες
Μυρμιδών
μυροβαλάνινος
μυροβαφία
μυροβοστρυχόεις
μυροβραχής
μυροεῖον
μυρόεις
μυροθήκη
μυρόλωτος
μυρομήλινον
μύρον
μυροπισσόκηρος
μυρόπνοος
μυροποιητής
μυροπόλος
μυροπωλέω
μυροπώλης
μυροπωλικός
View word page
μυροθήκη
box of unguent
ShortDef
box of unguent
Debugging
Headword:
μυροθήκη
Headword (normalized):
μυροθήκη
Headword (normalized/stripped):
μυροθηκη
IDX:
58397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58398
Key:
Data
{'content': 'box of unguent'}