Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυρμηκοειδής
μυρμηκολέων
μυρμηκοτρώγλη
μυρμηκτέττιξ
μυρμηκώεις
μύρμηξ
Μυρμιδόνες
Μυρμιδών
μυροβαλάνινος
μυροβαφία
μυροβοστρυχόεις
μυροβραχής
μυροεῖον
μυρόεις
μυροθήκη
μυρόλωτος
μυρομήλινον
μύρον
μυροπισσόκηρος
μυρόπνοος
μυροποιητής
View word page
μυροβοστρυχόεις
with perfumed locks

ShortDef

with perfumed locks

Debugging

Headword:
μυροβοστρυχόεις
Headword (normalized):
μυροβοστρυχόεις
Headword (normalized/stripped):
μυροβοστρυχοεις
IDX:
58393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58394
Key:

Data

{'content': 'with perfumed locks'}