Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυριωπός
Μυρκίνιος
Μύρκινος
μύρκος
μυρμηδών
μυρμηκάνθρωποι
μυρμηκιά
μυρμηκία
μυρμήκια
μυρμηκίας
μυρμηκίασις
μυρμηκιάω
μυρμηκίζω
μυρμηκῖτις
μυρμηκόβιος
μυρμηκοειδής
μυρμηκολέων
μυρμηκοτρώγλη
μυρμηκτέττιξ
μυρμηκώεις
μύρμηξ
View word page
μυρμηκίασις
irritation of the skin

ShortDef

irritation of the skin

Debugging

Headword:
μυρμηκίασις
Headword (normalized):
μυρμηκίασις
Headword (normalized/stripped):
μυρμηκιασις
IDX:
58378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58379
Key:

Data

{'content': 'irritation of the skin'}