Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνακλαίω
ἀνάκλασις
ἀνακλασμός
ἀνάκλαστος
ἀνάκλαυσις
ἀνακλάω
ἀνάκλεις
ἀνακλέπτω
ἀνακληρόω
ἀνακλήρωσις
ἀνάκλησις
ἀνακλητέον
ἀνακλητήρια
ἀνακλητικός
ἀνάκλητος
ἀνάκλιθρον
ἀνάκλιμα
ἀνακλιντήρ
ἀνακλιντήριον
ἀνακλίνω
ἀνάκλισις
View word page
ἀνάκλησις
a calling on, invocation

ShortDef

a calling on, invocation

Debugging

Headword:
ἀνάκλησις
Headword (normalized):
ἀνάκλησις
Headword (normalized/stripped):
ανακλησις
IDX:
5833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5834
Key:

Data

{'content': 'a calling on, invocation'}