Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυριαχοῦ
μυριέλικτος
μυριετής
μυρίζω
μυρίκη
μυρικίνεος
μυρίκινος
μυρικώδης
Μύρινα
μυρίνης
μυριξ
μυριόβοιος
μυριογένεσις
μυριόδοξος
μυριόδους
μύριοι
μυριόκαρπος
μυριόκρανος
μυριόλεκτος
μυριομέγας
μυριόμορφος
View word page
μυριξ
genesta

ShortDef

genesta

Debugging

Headword:
μυριξ
Headword (normalized):
μυριξ
Headword (normalized/stripped):
μυριξ
IDX:
58326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58327
Key:

Data

{'content': 'genesta'}