Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυριάκις
μυριακισμυριοστός
μυριάμφορος
μυρίανδρος
μυριάρουρος
μυριάρχης
μυρίαρχος
μυριάς
μυριαστός
μυριαχοῦ
μυριέλικτος
μυριετής
μυρίζω
μυρίκη
μυρικίνεος
μυρίκινος
μυρικώδης
Μύρινα
μυρίνης
μυριξ
μυριόβοιος
View word page
μυριέλικτος
with countless coils

ShortDef

with countless coils

Debugging

Headword:
μυριέλικτος
Headword (normalized):
μυριέλικτος
Headword (normalized/stripped):
μυριελικτος
IDX:
58317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58318
Key:

Data

{'content': 'with countless coils'}