Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυρηρός
μυριαγωγέω
μυριαγωγός
μυρίαθλος
μυριάκις
μυριακισμυριοστός
μυριάμφορος
μυρίανδρος
μυριάρουρος
μυριάρχης
μυρίαρχος
μυριάς
μυριαστός
μυριαχοῦ
μυριέλικτος
μυριετής
μυρίζω
μυρίκη
μυρικίνεος
μυρίκινος
μυρικώδης
View word page
μυρίαρχος
commander of 10,000

ShortDef

commander of 10,000

Debugging

Headword:
μυρίαρχος
Headword (normalized):
μυρίαρχος
Headword (normalized/stripped):
μυριαρχος
IDX:
58313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58314
Key:

Data

{'content': 'commander of 10,000'}