Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μυξόρροος
μυξώδης
μύξων
μυξωτῆρες
μυόβρωτος
μυοδόχος
Μυόεις
μυοθήρας
μυοθηρατής
μυοθηρεύω
μυοθηρέω
μυοκτόνος
μυομαχία
μυοπάρων
μυοσωτίς
Μυοτρῶκται
Μυότρωτος
μυουρία
μυουρίζω
μύουρος
μύουρος2
View word page
μυοθηρέω
to catch mice
ShortDef
to catch mice
Debugging
Headword:
μυοθηρέω
Headword (normalized):
μυοθηρέω
Headword (normalized/stripped):
μυοθηρεω
IDX:
58273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58274
Key:
Data
{'content': 'to catch mice'}