Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυλών
μυλωνάρχης
μυλωνικός
μῦμα
μυνάομαι
Μύνδιος
μυνδός
μύνη
Μύνης
μυννάκια
μυννακόομαι
μύξα
μύξα2
μυξάζω
μυξέα
μυξῖνος
μυξοποιός
μυξόρροος
μυξώδης
μύξων
μυξωτῆρες
View word page
μυννακόομαι
wear

ShortDef

wear

Debugging

Headword:
μυννακόομαι
Headword (normalized):
μυννακόομαι
Headword (normalized/stripped):
μυννακοομαι
IDX:
58256
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58257
Key:

Data

{'content': 'wear'}