Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυλητική
μυλήφατος
μυλίας
μυλιάω
μυλικός
μύλινος
μυλίτης
μυλλαίνω
μύλλον
μύλλος
μυλλός
μυλλός2
μυλόδους
μυλοειδής
μυλόεις
μυλοεργής
μυλοκόπον
μυλοκόπος
μυλόομαι
μύλος
μυλουργός
View word page
μυλλός
awry, crooked

ShortDef

awry, crooked
cake in the shape of pudenda muliebria

Debugging

Headword:
μυλλός
Headword (normalized):
μυλλός
Headword (normalized/stripped):
μυλλος
IDX:
58230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58231
Key:

Data

{'content': 'awry, crooked'}