Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μυλασεύς
μυλεργάτης
μυλεύς
μύλη
μυληβόρος
μυλήκορον
μυλητική
μυλήφατος
μυλίας
μυλιάω
μυλικός
μύλινος
μυλίτης
μυλλαίνω
μύλλον
μύλλος
μυλλός
μυλλός2
μυλόδους
μυλοειδής
μυλόεις
View word page
μυλικός
of or for a mill, (for molars) for a toothache
ShortDef
of or for a mill, (for molars) for a toothache
Debugging
Headword:
μυλικός
Headword (normalized):
μυλικός
Headword (normalized/stripped):
μυλικος
IDX:
58224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58225
Key:
Data
{'content': 'of or for a mill, (for molars) for a toothache'}