Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μύκης
μυκητής
μυκητίας
μυκητικός
μυκήτινος
μύκλα
μυκόομαι
μυκτήρ
μυκτηρίζω
μυκτήρισμα
μυκτηρισμός
μυκτηριστής
μυκτηρόθεν
μυκτηρόκομπος
Μυλαί
Μυλαῖος
μυλαῖος
μυλακρὶς
μύλακρος
μυλαλγία
μύλαξ
View word page
μυκτηρισμός
sarcasm

ShortDef

sarcasm

Debugging

Headword:
μυκτηρισμός
Headword (normalized):
μυκτηρισμός
Headword (normalized/stripped):
μυκτηρισμος
IDX:
58203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58204
Key:

Data

{'content': 'sarcasm'}