Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μυκήνηθεν
μύκηρος
μύκης
μυκητής
μυκητίας
μυκητικός
μυκήτινος
μύκλα
μυκόομαι
μυκτήρ
μυκτηρίζω
μυκτήρισμα
μυκτηρισμός
μυκτηριστής
μυκτηρόθεν
μυκτηρόκομπος
Μυλαί
Μυλαῖος
μυλαῖος
μυλακρὶς
μύλακρος
View word page
μυκτηρίζω
to turn up the nose

ShortDef

to turn up the nose

Debugging

Headword:
μυκτηρίζω
Headword (normalized):
μυκτηρίζω
Headword (normalized/stripped):
μυκτηριζω
IDX:
58201
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58202
Key:

Data

{'content': 'to turn up the nose'}