Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μυκηναῖος
Μυκήνη
Μυκήνηθεν
μύκηρος
μύκης
μυκητής
μυκητίας
μυκητικός
μυκήτινος
μύκλα
μυκόομαι
μυκτήρ
μυκτηρίζω
μυκτήρισμα
μυκτηρισμός
μυκτηριστής
μυκτηρόθεν
μυκτηρόκομπος
Μυλαί
Μυλαῖος
μυλαῖος
View word page
μυκόομαι
become fungous

ShortDef

become fungous

Debugging

Headword:
μυκόομαι
Headword (normalized):
μυκόομαι
Headword (normalized/stripped):
μυκοομαι
IDX:
58199
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58200
Key:

Data

{'content': 'become fungous'}