Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυκάμων
μυκάομαι
μυκηδόν
μυκηθμός
μύκημα
Μυκηναῖος
Μυκήνη
Μυκήνηθεν
μύκηρος
μύκης
μυκητής
μυκητίας
μυκητικός
μυκήτινος
μύκλα
μυκόομαι
μυκτήρ
μυκτηρίζω
μυκτήρισμα
μυκτηρισμός
μυκτηριστής
View word page
μυκητής
a bellower

ShortDef

a bellower

Debugging

Headword:
μυκητής
Headword (normalized):
μυκητής
Headword (normalized/stripped):
μυκητης
IDX:
58194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58195
Key:

Data

{'content': 'a bellower'}