Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μυελοποιός
μυελός
μυελοτρεφής
μυελώδης
μυέω
μυζάω
μύζησις
μυζητής
μύζουρις
μύζω
μύζω2
μύησις
μυθέομαι
μύθευμα
μυθεύω
μυθηγορέω
μυθήρια
μυθητής
μυθιάζομαι
μυθίζω
μυθικός
View word page
μύζω2
suck

ShortDef

mutter, moan
suck

Debugging

Headword:
μύζω2
Headword (normalized):
μύζω
Headword (normalized/stripped):
μυζω2
IDX:
58134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58135
Key:

Data

{'content': 'suck'}