Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μουσοτέχνης
μουσοτραφής
μουσουργία
μουσουργικός
μουσουργός
μουσόφθαρτος
μουσοφιλής
μουσοφίλητος
μουσοχαρής
μουσόω
μουστάκιον
μοῦστος
μουσῳδός
Μουτίνη
μοχθέω
μόχθημα
μοχθηρία
μοχθηρόομαι
μοχθηρός
μοχθητέον
μοχθητέος
View word page
μουστάκιον
mustacea
ShortDef
mustacea
Debugging
Headword:
μουστάκιον
Headword (normalized):
μουστάκιον
Headword (normalized/stripped):
μουστακιον
IDX:
58071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-58072
Key:
Data
{'content': 'mustacea'}