Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγλαοφεγγής
ἀγλαόφημος
ἀγλαόφοιτος
ἀγλαόφορτος
Ἀγλαοφῶν
ἀγλαόφωνος
ἀγλαοφῶτις
ἀγλαοχαίτας
ἀγλαόχαρτος
ἀγλαφύρως
ἀγλαώψ
ἀγλευκής
ἄγλις
ἄγλισχρος
ἄγλυ
ἄγλυφος
ἀγλωσσία
ἄγλωσσος
ἄγμα
ἀγμός
ἀγναῖος
View word page
ἀγλαώψ
bright-eyed, beaming

ShortDef

bright-eyed, beaming

Debugging

Headword:
ἀγλαώψ
Headword (normalized):
ἀγλαώψ
Headword (normalized/stripped):
αγλαωψ
IDX:
579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-580
Key:

Data

{'content': 'bright-eyed, beaming'}