Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μοσχομάγειρος
μοσχοποιέω
μόσχος
μόσχος2
μόσχος3
μοσχοσφραγιστής
μοσχόταυρος
μοσχοτομέα
μοσχοτόμος
μοσχοτρόφια
μοσχοτρόφος
μοσχοφάγος
μότημα
Μοτίλος
μοτός
μοτοφυλάκιον
μοτόω
μοτρογένειος
μοτώ
μοτώδης
μότωμα
View word page
μοσχοτρόφος
rearing calves

ShortDef

rearing calves

Debugging

Headword:
μοσχοτρόφος
Headword (normalized):
μοσχοτρόφος
Headword (normalized/stripped):
μοσχοτροφος
IDX:
57993
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57994
Key:

Data

{'content': 'rearing calves'}