Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μοσχίας
μοσχίδιον
μόσχινος
μοσχίον
μοσχοθύτης
μοσχομάγειρος
μοσχοποιέω
μόσχος
μόσχος2
μόσχος3
μοσχοσφραγιστής
μοσχόταυρος
μοσχοτομέα
μοσχοτόμος
μοσχοτρόφια
μοσχοτρόφος
μοσχοφάγος
μότημα
Μοτίλος
μοτός
μοτοφυλάκιον
View word page
μοσχοσφραγιστής
one who picks out and seals calves for sacrifice

ShortDef

one who picks out and seals calves for sacrifice

Debugging

Headword:
μοσχοσφραγιστής
Headword (normalized):
μοσχοσφραγιστής
Headword (normalized/stripped):
μοσχοσφραγιστης
IDX:
57988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57989
Key:

Data

{'content': 'one who picks out and seals calves for sacrifice'}