Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μορύχιος
Μόρυχος
μορφά
μορφάεις
μορφάζω
μορφασμός
μορφάω
Μορφεύς
μορφή
μορφήεις
μόρφνος
μορφοειδής
μορφοσκόπος
μορφόω
μορφύνω
Μορφώ
μόρφωμα
μόρφωσις
μορφωτικός
μορφώτρια
μόσσυν
View word page
μόρφνος
dusky, dark
ShortDef
dusky, dark
Debugging
Headword:
μόρφνος
Headword (normalized):
μόρφνος
Headword (normalized/stripped):
μορφνος
IDX:
57954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57955
Key:
Data
{'content': 'dusky, dark'}