Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μόροττον
μόροχθος
μόρρια
μόρσιμος
Μόρσιμος
μορτή
μορτοβάτη
μορτός
Μόρυς
μορύσσω
Μορύχιος
Μόρυχος
μορφά
μορφάεις
μορφάζω
μορφασμός
μορφάω
Μορφεύς
μορφή
μορφήεις
μόρφνος
View word page
Μορύχιος
of Morychus

ShortDef

of Morychus

Debugging

Headword:
Μορύχιος
Headword (normalized):
μορύχιος
Headword (normalized/stripped):
μορυχιος
IDX:
57944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57945
Key:

Data

{'content': 'of Morychus'}