Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μονόχροος
μονόχωρος
μονόψαφος
μονόψηφος
μονόω
μονόωρος
μονῳδέω
μονώδης
μονῳδία
μονῳδικός
μονῳδός
μόνωσις
μονώτης
μονωτικός
μόνωτος
μονώψ
μόρα
μοράζομαι
μοργᾶται
Μόργης
μόργος
View word page
μονῳδός
singing alone, not in chorus
ShortDef
singing alone, not in chorus
Debugging
Headword:
μονῳδός
Headword (normalized):
μονῳδός
Headword (normalized/stripped):
μονωδος
IDX:
57901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-57902
Key:
Data
{'content': 'singing alone, not in chorus'}